Thursday, December 22, 2011

Ξαγρυπνώντας...

 http://www.youtube.com/watch?v=l9cVN4ZqNIM * (κλικ!)

Το i-tunes παίζειThe winter - by Balmorhea″ στο repeat. Αχ, να 'ξερες πόσο μ' αρέσει τούτη η μουσική! Έτσι. Χωρίς φωνή, χωρίς στίχους. Να σε πηγαίνει αυτή μόνη της. Δεν ξέρω γιατί ξεκίνησα να γράφω. Έξω είναι μαύρη νύχτα κι εγώ πίνω χαμομήλι, για να μαλακώσει τον οισοφάγο μου και ξαγρυπνώ λες κι είναι φυσιολογικό. Έχω καιρό να εμπνευστώ. Κι έχω παραμελήσει το βιβλίο που διαβάζω τώρα. ″Μέσα απ' το ποτάμι και στα δέντρα ″ του Έρνεστ Χεμινγουέι. Δε μ' αρέσει αυτή η διαπίστωση γιατί δεν το έχω ξανακάνει. Συνήθως ρουφώ τα βιβλία μέχρι το τέλος μέσα σε λίγες μέρες. Ίσως γιατί ο άτιμος στάζει σε κάθε λέξη του, κάθε γραμμή, κάθε σελίδα από νοσταλγία με μελαγχολικό αλλά τρυφερό τόνο. Είναι αυτή η οικειότητα που αποκτάς μ' έναν συγγραφέα, όσο τον γνωρίζεις καλύτερα τόσο τον αγαπάς περισσότερο, μαζί και τα γραπτά του. Τώρα βέβαια είμαι αλλού. Προτιμώ να διαβάζω άρθρα (παντός θέματος, λιγότερα πολιτικά), σκέψεις, κείμενα, ιστορίες. Χάνομαι μέσα απ' αυτές. Η αδελφή μου με θεωρεί υπερβολική όταν της μιλώ για κάτι που μ' εντυπωσίασε ή μου κόλλησε. Μ' αρέσει να διαβάζω. Μ' αρέσει και να γράφω. Ιστορίες, προσωπικά, παραμύθια. Ξεκινώ, σταματώ, ξανακάθομαι, το παρατώ, το παλεύω, τελειώνω και φτου πάλι απ' την αρχή. Φυσικά και δεν είμαι συγγραφέας. Τι σου είναι όμως η γραφή, λυτρωτική ή φορτική.

Μ' αρέσει να μαγειρεύω και καλώ συχνά φίλους. Κακά τα ψέμματα, η μαγειρική φέρνει τόσο κοντά τους ανθρώπους. Μιλάς, γελάς, φωνάζεις. Ένα άγγιγμα, ένα χάδι, ένα σκούντημα. Μοιράζεσαι. Αυτό είν' το υπέροχο! Όπως έγραψε κι ένας συμπορευτής: ″Αν καταφέρεις και κλέψεις λίγα χαμόγελα από έναν φίλο και τον κάνεις έστω και λίγο να νιώσει ζεστασιά και φίλους γύρω του, τότε έχεις καταφέρει πολλά." τον νιώθω, κυριολεκτώ. Μικρές στιγμές ευτυχίας. Σπάνια τρώω μόνη μ' ένα grey's anatomy. Έχω την τύχη να κατοικώ στην ίδια πολυκατοικία με την αδελφή μου και κάποιους φίλους και καλοσυνάτους γείτονες. Έχω την τύχη να ζω στην ίδια πόλη με πολλούς ανθρώπους - όχι όλους - που αγαπώ. Είναι απόκτημα ακριβό να μπορείς να λες κάποιους ανθρώπους δικούς σου. Είναι αγαθό ακριβό το γέλιο, η θαλπωρή και η παρέα κι ευγνωμονώ γι' αυτά. Είναι ωραίο, αυτοί που ξέρουν, να βγάζουν τα παπούτσια τους και να διπλώνουν τα πόδια τους στον καναπέ σου. Έτσι απλά.

Μ' αρέσει πολύ να περπατώ. Δε με νοιάζει αν περπατώ μόνη. Δεν είναι κακό ν' αναζητάς προσωπική ησυχία που και που, αρκεί να μην το παρακάνεις. Μια βόλτα είναι ένα καλό ξελαμπικάρισμα, ένα καταφύγιο. Η καλύτερη μου είναι όταν φυσάει, γιατί τότε ο νους αδειάζει. Για φαντάσου να μην σκέφτεσαι για ένα λεπτό. Για κάποιους είναι εύκολο, για κάποιους είναι δύσκολο, όπως για μένα. Βρήκα τον τρόπο μου με τον αέρα. Είναι τόσο αναζωογονητικό! Μ' αρέσουν πολύ κι οι βόλτες με αυτοκίνητο. Σε κάθε τους μορφή, με μια μικρή προτίμηση στις νυχτερινές περιπλανήσεις της πόλης.

Μ' αρέσει να δημιουργώ και χαίρομαι που θ' αποκτήσω πάλι τα μέσα. Χαίρομαι που θα μπορώ πάλι να το κάνω. Κάθε δημιουργία είναι μια γωνιά της ματιάς σου, αφήνεις ένα αποτύπωμα απ' την δική σου έκφραση και τα μέσα είναι απαραίτητα. Εντάξει, αν υπερβάλλω μην δίνεις σημασία απόψε!

Μ' αρέσει να βγαίνω πάρα πολύ. Όσο μου το επιτρέπουν τα οικονομικά βγαίνω για ποτό, συναυλίες και lives, φαγητό, θέατρο, εκθέσεις, λιγότερο πια σινεμά, για διασκέδαση ή οτιδήποτε τελοσπάντων γουστάρουμε. Για καφέ μ' αρέσει μόνο το πρωί αλλά για να είμαι ειλικρινής, ποτέ μου δεν τον είχα σε υπόληψη. Θέλω να δω θέατρο, γιατί έχω καιρό να δω. Δεν θέλω να δω κάτι σοβαρό, δραματικό ή ψαγμένο. Όχι δεν αναζητώ την κάθαρση. Θέλω να τ' απολαύσω με την ψυχή μου και να παρακολουθήσω μια αισιόδοξη παράσταση κι έχω κατά νου Χάρολντ & Μωντ και Ιστορίες του Μετρό (ή κάπως έτσι). Οι έξοδοι φυσικά κι έχουν μειωθεί. Σάμπως αποτελώ εγώ εξαίρεση της κρίσης; Πριν λίγα χρόνια, θυμάμαι, βγαίναμε κάθε βράδυ και δεν υπολογίζαμε τίποτα, δε πα να δουλεύαμε όλη μέρα! Χορό και μπαρότσαρκες, παρέες και έρωτες! Δεν παραπονιέμαι καθόλου. Περισσότερες μαζώξεις στο σπίτι. Γίναν πια της μόδας, όπως τότε οι βιντεοβραδιές. Ποιος είπε ότι είναι άσχημα; Μεγάλωσα σ' ένα σπίτι ανοιχτό και με κόσμο. Απ' όταν έφυγα για σπουδές, το σπιτάκι μου ήταν και συνεχίζει ανοιχτό. Να σου πω κάτι; Δένεσαι πιο πολύ γιατί η επαφή είναι περισσότερο ευθύς και ήσυχη κι έτσι γίνεται πιο προσωπική. Είναι ωραίο να θέλει ο άλλος να έρχεται στο σπίτι σου. Είναι ωραίο να σε παίρνει τηλέφωνο ο άλλος αυθόρμητα και να σε ρωτά ″Να 'ρθω;″.  Πάντα ήμουν γυριστρούλα και σπιτόγατος. Το λοιπόν, γυριστρούλα και σπιτόγατος και τώρα! Θέτω όρια χωρίς να στερούμαι. Μαθαίνω τι μπορώ να κάνω με λιγότερα χρήματα και να περνώ - στα υπέρτατα σταθμά - τέλεια. Η πολυτέλεια είναι πολυτέλεια. Η απλότητα είναι απλότητα. Είναι μια συγκυρία - καλή ή κακή, πες το όπως θες - ν' αναθεωρήσουμε την αξία της απλότητας και της καταναλωτικής πολυτέλειας. Μ' αρέσει να ταξιδεύω αλλά αν δεν το κάνω, δεν θα πέσω να πεθάνω κιόλας. Μ' αρέσουν τα γαλλικά και θέλω να τα συνεχίσω αλλά αν δεν το κάνω, είπαμε, δεν θα το ρίξω στο πιοτό. Μ' αρέσει να ψωνίζω αλλά ως εκεί που φτάνω. Κλπ, κλπ.

Κρατώ την τηλεόραση κλειστή όσο περισσότερο μπορώ. Ενημερώνομαι από το ράδιο, το διαδίκτυο και τις εφημερίδες. Απογοητεύομαι απ' την επικαιρότητα και ζητώ τα καλά νέα. Θρέφω την ελπίδα μου με τα καλά νέα. Ποια είναι αυτά; Η ανθρωπιά. Παίρνω δύναμη απ' τους ανθρώπους, παρά τον σωρό προβλημάτων τους, που κάνουν τα αδύνατα δυνατά και βοηθούν συνανθρώπους που έχουν πρόβλημα. Καλοσύνη, αλληλεγγύη, ανιδιοτέλεια, γενναιοδωρία, αγάπη. Κάτι καλό υπάρχει εκεί. Μην το παραβλέπεις, να συνεισφέρεις κι εκεί. Όσο μεγάλη κι αν είναι η στεναχώρια της δυσκολίας, τόσο μεγαλύτερη είναι η χαρά της καλοσύνης. Κρατώ αυτήν την όψη της κρίσης.

Η άλλη όψη της κρίσης είναι απεχθής και δεν την θέλω. Φτάνει σιγά - σιγά να εισβάλλει στο πετσί και τα μέσα μας. Σκατά! Πολλοί πανικοβάλλονται, πολλοί έχουν ουσιαστικό πρόβλημα και δε δύνασαι να κάνεις και πολλά γι' αυτό. Όταν κρυώνεις, κρυώνεις! Όταν πεινάς, πεινάς! Όταν διψάς, διψάς! Δεν χωρά τίποτα άλλο σ' αυτά. Η συμπαράσταση τι άλλο να σου πει; Η πίστη κι η προσευχή σε βοηθούν; Θες να μουντζώσεις κι αυτούς που κλαψουρίζουν δίχως να 'χουν πρόβλημα. Προσπαθείς να ενθαρρύνεις τον άλλον τονίζοντας ότι θετικό στοιχείο σκαρφίζεσαι, αλλά τα μάτια τους μαρτυρούν την αγωνία τους κι ο φόβος τους περικυκλώνει σαν στοιχειό!

Εσύ ο βράχος, εσύ ο ρομαντικός, εσύ ο ατάραχος, εσύ ο δυνατός! Εσύ που κρατιέσαι στα αντίξοα. Αλλά έλα που έρχεται η ριμάδα η στιγμή που λυγίζεις και κλαις ασυναίσθητα όταν βλέπεις που οδηγεί η κρίση τον συνάνθρωπο σου - ή εσένα. Δεν είναι μόνο το υπαρκτό οικονομικό πρόβλημα, το ξέρουμε, είναι κι όλα τα μη αμελητέα υπόλοιπα που την συσπειρώνουν, τα ξέρουμε. Και δεν έχουμε την παραμικρή ιδέα τι έπεται, γιατί τούτη δω η κρίση μοιάζει για κρίση δίχως τελειωμό, που μου 'πε κι ο Νίκος. Δεν θέλω να βγω απ' αυτή την κρίση άγρια, ούτε θέλω να γίνουμε σκυλιά της. Διάολε, είμαστε μαζί σ' αυτό! Παρηγοριά; Όχι! Συντροφιά; Ναι! Ναι, διάολε, ναι! Η συντροφιά τα αλλάζει όλα. Το μαζί τα αλλάζει όλα. Γυρνάς στον βράχο, στον αισιόδοξο, στον ατάραχο, στον δυνατό σου χαρακτήρα. Συνέρχεσαι.

Πλησιάζουν Χριστούγεννα κι είναι πιο γλυκόπικρα από ποτέ. Θέλεις να ξεφύγεις απ' τον φόρτο των γεγονότων, κυκλωμένων από θλιμμένη και θυμωμένη διάθεση, για να ξεχαστείς. Είναι οφθαλμαπάτη ή ρεαλισμός πως όντως θα ξεχαστείς; Πως μπορείς να περνάς καλά όταν κάθε μέρα αυξάνεται ένας άστεγος που κρυώνει, πεινά και διψά; Πιστεύω παλιότερα περνούσαμε καλύτερα γιατί είχαμε ακόμα κάτι από ανεμελιά. Τώρα την έχεις; Νομίζω τα φετινά Χριστούγεννα τα έχουμε ανάγκη περισσότερο από ποτέ. Γιατί χρωστάμε και στον εαυτό μας ομορφιά. Ας τα ομορφήσουμε λοιπόν! Που να πάρει, δεν πρέπει ν' αφήσουμε την πουτάνα την κρίση να μας διαλύσει! Ξέρω, ξέρω, δε μ' έχεις συνηθίσει να βρίζω, μα να χαρείς, άσε με ήσυχη απόψε! Που να πάρει, ο άνθρωπος έχει επιζήσει από πολύ δυσκολότερες συνθήκες. Πολέμους και βασανιστήρια, ασθένειες αργές κι επώδυνες. Που να πάρει, ποιος τους χέζει τους πολιτικούς, εμείς τι κάνουμε! Ίσως γίνομαι άδικη, μα να με συμπαθάς, θέλω και πρέπει να δείξουμε πυγμή, πείσμα κι επιμονή. Κι άλλο. Πιο πολύ.

Ας τ' αφήσω καλύτερα αυτό το θέμα γιατί θα βουρκώσω σαν ελαφρόψυχο ευαίσθητο και δεν το θέλω.

Από μικρή πιστεύω στην προσφορά. Έχω καλούς γονείς. Σου έχω πει πως μια ερώτηση που έκανα στον γυμναστή στο θεωρητικό μάθημα της γυμναστικής, κράτησε για τρεις εβδομάδες και μ' έκανε να θέλω να ζήσω στην Αφρική; Μάλιστα έστειλα mail σε περιοδικό εφημερίδας στο οποίο ζητούσα μια έρευνα για ανθρωπιστικές, εθελοντικές οργανώσεις. Μετά από λίγους μήνες είχαν τέτοιο αφιέρωμα κι ας ήταν σύμπτωση. Τα διάβασα, τα έψαξα, καταστάλαξα. Το είχα ήδη αποφασίσει κι έτσι μόλις τέλειωσα το σχολείο, το ανακοίνωσα στους γονείς. Είμαι σίγουρη πως ένιωσαν περήφανοι αλλά γουρλομάτιασαν μεταξύ τους κι ανασηκώσαν τους ώμους. Τους έπιασε ένας πανικός, βλέπεις γιατροί οι γονείς κι ο φόβος τους μ' έπεισε να μην το κάνω τότε. Από τότε δε μου 'χει φύγει, για την ακρίβεια δε μου 'φυγε ποτέ το μικρόβιο του εθελοντισμού αλλά τώρα εδώ στην πόλη ξέμαθα και απέκτησα φόβους. Που θα μου πάει όμως!

Μ' αρέσει ν' ακούω μουσική. Δε μπορώ να φανταστώ πως θα ήταν η ζωή χωρίς τη μουσική. Είχα γράψει έκθεση σχετική στα γαλλικά. Μωρέ με τη μουσική τα ζεις όλα, συνυφασμένη με όλα. Ευτυχώς δεν έχω ταμπού στη μουσική, ακούω ότι αρέσει στ' αφτί μου. Μη μου βάλεις μόνο ότι έχει σχέση με metal. Και το i-tunes συνεχίζει να παίζει ″The winter - by Balmorhea.
Μ' αρέσει ο ήχος του σαξοφώνου και του βιολιού. Για φαντάσου να βρέχει και ν' ακούς σαξόφωνο...
Μ' αρέσει ο χορός. Να χορεύω, να τον βλέπω. Όλα τα είδη. Μ' αρέσουν και τα μιούζικαλ. Ωστόσο έχω μια παραξενιά, θέλω τη ″Λίμνη των κύκνων″ κλασσική κι απείραχτη από μοντερνιές. Ένα απ' τα δυο πράγματα που μετανιώνω είναι ότι παράτησα το μπαλέτο. Τρελαινόμουν για μπαλέτο. Ήμουν ανυπόμονη για τις πουέντς. Όταν τις πήρα, τις έβαλα και τις έδεσα και μόλις στάθηκα όρθια να της δοκιμάσω αυτό ήταν! Έρωτας με την πρώτη ματιά! Ένιωθα τόσο φυσική... Τσούζει λίγο το θέμα και τ' αφήνω κι αυτό.
Μ' αρέσει ο χορός μαζί σου. Ο ηλεκτρισμός, οι ματιές, τα κορμιά, η κίνηση, το άγγιγμα, ο ερωτισμός. Ω ναι, ο ερωτισμός! Όλα όσα μας βγάζει σ' εμάς τους δυο μαζί!
Κακά τα ψέμματα, ο χορός δεν κρύβει απολύτως τίποτα.

Θέλω να κάνω snowboard κι ας μην έχω κάνει ποτέ σκι - δε μ' ενδιαφέρει το σκι. Να πάρω το αντράκι μου και να ξεχαστούμε σ' ένα σαλέ σε κάποιο βουνό και να κάνουμε snowboard.

Θέλω να κάνω σαφάρι. Να είμαστε πολλοί όμως, όχι μόνο με τ' αντράκι.

Μ' αρέσει να ταξιδεύω. Είναι τόσο συναρπαστικό να βλέπεις διαφορετικούς τόπους και λαούς!

Θα ήθελα να ταξιδέψω στον χρόνο. Στη Νέα Ορλεάνη με τη τζαζ της, στη Νέα Υόρκη να δω τον Frank Sinatra ζωντανά, στη μποέμ ζωή του Παρισιού και των καλλιτεχνών, στην έναρξη του βωβού κινηματογράφου, στη μοναδικότητα της χρυσής αρχαίας εποχής, στην ανεμελιά των χίπηδων, στην επαναστατική μαχητικότητα των νέων αλλά και στη γυναικεία επανάσταση, στο πάρτι της Βουλιαγμένης του Κηλαηδόνη και τέλος να χωθώ στη μπουάτ που έπαιζε ο Μάνος Λοΐζος και τραγουδούσε η Χαρούλα κι ύστερα να τους σφίξω το χέρι. Να ζήσω τούτες τις συναυλίες που οι μεγάλοι Έλληνες τραγουδιστές εμφανιζόνταν μαζί. Ο πατέρας μου, ο οποίος σπούδασε στην Σιένα της Ιταλίας, είχε πιει καφέ με τον Έρνεστ Χεμινγουέι, είχαν καθήσει μαζί στο ίδιο τραπέζι! Για φαντάσου... Ήταν αλλιώς τότε!

Μ' αρέσει ν' ακούω τους μεγάλους να μιλούν για την δική τους καθημερινότητα και την διαφορετικότητα της εποχής τους, η οποία ακούγεται παλιά αλλά δεν είναι τόσο μακρινή. Μια άλλη οπτική της ιστορίας. Θυμάμαι την βραδιά εκείνη που κόπηκε το ρεύμα στο πατρικό σπίτι. Ήταν ο Κρητικός παππούς κι η γιαγιά απ' το χωριό. Μόλις οι γονείς άναψαν τις λάμπες του πετρελαίου και κεριά, οι παππούδες θυμηθήκαν τα δικά τους χρόνια. Πως ο παππούς βρέθηκε σ' ένα καράβι στον πόλεμο, μ' ένα σωρό άντρες χωρίς να ξέρουν που τους πάνε. Κι η γιαγιά να μας μιλά για το ρεύμα της εποχής που τους επέτρεπε να το ανάβουν συγκεκριμένες ώρες και για τον πόλεμο. Πως Γερμανοί, Άγγλοι και Ιταλοί είχαν καταλάβει το πατρικό μας και πως τους φερόντουσαν.

Θέλω να εξαφανίσουμε την επικαιρότητα. Γίνεται; Να δώσουμε αξία στην αγάπη και σημασία στο κέφι μας.

Θέλω να βλέπω τη μαμά να μας κοιτάζει ήρεμη. Θέλω να με σφίξει στην αγκαλιά της γιατί μου 'λειψε. Θέλω να πιω μια γουλιά στον πατέρα μου που δεν είναι πια εδώ και να ψήσω μπριζόλες στην θέση του, έτσι για να φέρω κάτι απ' τα παλιά. Θέλω να βρεθώ με τις αδελφές μου γιατί ξέρουμε να κάνουμε χαβαλέ σαν κανένα άλλο. Θέλω να φιλήσω τα ανήψια μου και να παίξω μαζί τους, ν' αφεθώ στην αθωότητα που μας εγκαταλείπει όσο η ηλικία τραβά την ανηφόρα της. Αν μπορούσα, θ' αγκάλιαζα όλα τα παιδάκια που περνούν τις γιορτές μόνα τους στα νοσοκομεία και θα τους έκανα δώρα. Θέλω να βρεθώ με τους ανθρώπους π' αγαπώ. Θέλω να κλείσω για μια νύχτα το Γκαζάκι μόνο για την πάρτη μας. Θέλω να καταρρίψουμε τα στερεότυπα, που μας εμποδίζουν να είμαστε ανοιχτόμυαλοι. Θέλω να είμαστε πιο τολμηροί κι αυθόρμητοι. Θέλω να βγούμε συνάνθρωποι απ' την κρίση, γιατί αλώβητοι μάλλον απίθανο. Θέλω με πείσμα ενός παιδιού να χιονίσει, για να θυμηθούμε τα παλιά λευκά Χριστούγεννα. Θέλω να μην χάσουμε την παιδικότητα αλλά και την ωριμότητα. Θέλω να μην χάσουμε τον ενθουσιασμό. Θέλω να είμαστε αισιόδοξοι. Θέλω το σπίτι να γεμίσει κι άλλο κόσμο. Θέλω να μ' αγαπούν και ν' αγαπώ. Η αγάπη είναι ότι απλόχερο υπάρχει. Love no matter what.-

Θέλω να έρθεις κι εσύ εδώ. Να σε γνωρίσουν όπως εγώ. Να τα περάσουμε μαζί. Αγκάλιασε με. Η αγκαλιά είναι η σπουδαιότερη χειρονομία της αγάπης. Μίλα μου. Μίλα μου, μην σταματάς. Πες μου κάτι, κάτι αλλοτινό πολύ που τραγουδά κι η Ελευθερία. Σ' αγαπώ!

Κοντεύει να ξημερώσει και κοιτάζω την ώρα. Αμαχητί η νύστα με προσπερνά. Κοίτα τώρα που μ' οδήγησε το χαμομήλι μαζί κι η μουσική... Κλείνω με τους στίχους που μου ήρθαν στο νου γράφοντας.

″Έλα σίμωσε και χόρεψε, ποιος χειμώνας τ' απαγόρεψε, δες η ανάσα μου συνόρεψε μ' ότι αξίζει στην ζωή, έλα σίμωσε κι αγκάλιασε, ότι μέσα μου κρυστάλλιασε"

Tuesday, September 20, 2011

Κάτω απ' την βροχή

Αμέτρητες ομπρέλες ανοιχτές γύρω του. Τρέχουν, ανοίγουν, προχωρούν, σταματούν, κλείνουν, στέκονται, μα όλες κρύβουν τα πρόσωπα τους. Γέρνει την ομπρέλα του στο πλάι κι αφήνει την βροχή να στάξει πάνω του. Παίρνει μια βαθιά ανάσα και ξεφυσά. Την κοιτάζει να μιλά στο κινητό χαζεύοντας την βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου. Σ' ένα βιβλιοπωλείο την γνώρισε. Η φωνή της μαρτυρά την φόρτιση της. Θέλει να της ομορφύνει τη μέρα. Μαζεύει την ομπρέλα του στην τσάντα και την πλησιάζει. "Ακολούθησε με" της ψιθυρίζει χαϊδεύοντας τα μαλλιά της. Την έπιασε απ' το χέρι και την πήγε να περπατήσουν στην άκρη του πεζοδρομίου. Εκτεθειμένοι στην βροχή. "Τι κάνεις; Βρεχόμαστε!". "Τι πειράζει;" και της χαμογελά. Λίγα μέτρα πιο κάτω συναντούν μια μπάντα του δρόμου να συνεχίζει τη μουσική παρά τον υγρό καιρό και σταματούν. Ο σαξοφωνίστας τους κλείνει το μάτι κι εκείνος τυλίγει το χέρι του στη μέση της και την σπρώχνει σε χορό. Χορεύουν στους ρυθμούς της τζαζ και της αγάπης τους. Δεν τους νοιάζει αν τους κοιτούν οι περαστικοί. Δεν τους νοιάζει που γελούν δυνατά. Δεν τους νοιάζει που στάζουν πια. Η φωνή της συνήλθε. Μετά από μισή ώρα σταματούν τον χορό. Αποχαιρετούν τη μπάντα, παίρνουν τον ηλεκτρικό και γυρνούν στο σπίτι τους. Με την ομπρέλα κλειστή στην τσάντα.

Monday, August 29, 2011

Νυχτερινή ησυχία

Έχει ψυχρούλα απόψε μα ευτυχώς δεν φυσά.
Τα περισσότερα φώτα των σπιτιών είναι σβηστά. Άραγε πόσοι ξενυχτούν απόψε; Πόσους γοήτευσε σιωπηρά τούτη η νύχτα; Όλοι κοιμούνται κι εγώ ξενυχτώ εδώ έξω. Στη σιγαλιά της εικόνας σου. Στην ησυχία της νύχτας.
Κοιτάζοντας τον ουρανό... Την θέα των πεφταστεριών... Πως λάμπουν, πως ξεθωριάζουν... Την δύναμη μιας ευχής... 
Τούτη η νύχτα σίγησε. Μονάχα η θάλασσα ηχεί στα βράχια. Μαζί κι η ανάσα του ύπνου σου.
Τι ωραία υποφερτή που είναι τούτη η σιωπή!
Στιγμές... Παντού στιγμές αλησμόνητες να χαϊδεύουν του νου ευχές και νοσταλγίες. Και ζωές...
Εσύ... Μόνο εσύ...
Ίσως να 'ναι τρεις. Δεν θέλω να πάμε μέσα. Δεν θέλω να σε ξυπνήσω. Δεν χορταίνω να σε κοιτάζω!
Έπεσε κι άλλο αστέρι. Πρόλαβα να κάμω ευχή. Αχ, η δύναμη μιας ευχής, αχ!
Μ' αρέσει που κουλουριάζεσαι όλο και πιο πολύ πάνω μου κάθε φορά που νιώθεις ένα τρυφερό μου φιλί. Μ' αρέσει που μ' αγαπάς και σ' αγαπώ.
Κράτα με... Μόνο κράτα με...
Κι ας κοιμάσαι, άσε ν' ανατριχιάζει η αύρα της ανάσας σου τρυφερά το λαιμό μου.
Ας κοιμηθούμε έξω. Πάνω στο γρασίδι. Κάτω απ' τον ουρανό. Πιο απλά θα βρούμε πάλι έτσι;
Εμείς οι δυο μόνοι και μαζί όλος ο κόσμος.
Σκόρπισε η νύχτα την σκοτεινή ομορφιά της.

Tuesday, May 17, 2011

Sand

Να κοίτα!
Ήρθε!
Απλώνεται πάνω μας.
Ξεσηκώνει το κορμί.
Να κοίτα...
Πως σε κοιτώ όταν είσαι δω.
Πως χαμογελάς όταν ανεμίζεις τα μαλλιά μου.
Πως σ' ακούω όταν μου μιλάς.
Με ηλεκτρίζεις όπως κι αν μ' αγγίζεις.
Να κοίτα...
Πως το φεγγάρι λαμποκοπά στην θάλασσα.
Βούτηξα το πόδι στην άκρη της.
Είναι κρύα, είναι γαλήνια.
Να κοίτα...
Πως εσύ με βούτηξες μετά στα κλεφτά...
Έλα λίγο να κάτσουμε χάμω.
Βουβοί.
Τάισε με απ' τις φράουλες που έφερες.
Να κοίτα...
Γεύομαι τον έρωτα στην πρώτη τους μπουκιά.
Μ' αρέσει αυτή η γεύση.
Σειρά μου τώρα.
Έλα λίγο να χορέψουμε.
Ξυπόλητοι στην άμμο.
Και πάμε μετά.
Να κοίτα...
Πως αφέθηκες...
Πως με πλάνεψες...
Πιάσε με και πάμε.
Να κοίτα...
Πως περνάμε οι δυο μας!
Να κοίτα!
Ήρθε!
Κι άλλο καλοκαιράκι περνά...
Και περνάει μαζί σου...

Friday, May 13, 2011

- And dance along to your latest tune*

Brett Anderson (& Emmanuel Seigner) - Back to you

Σ' ένα ξένο δωμάτιο

Τούτες τις μέρες αποχαιρετιστήκαμε σ' ένα ξένο δωμάτιο. Λίγο πριν την ανάσα εκείνη που τον πρόδωσε. Την φοβόταν μα στο τέλος την αποζητούσε για να λυτρωθεί στην αξιοπρέπεια που τόσο εξυμνούσε.
Δεν του είχε μείνει τίποτα άλλο παρά μόνο το αντίο. Δεν χωρούν πολλά σε δυο αντίο. Και δεν θέλεις να τα χαραμίσεις σε φανφάρες και σπαραγμούς. Τα θες σε πραγματικό χρόνο. Χωρίς κανένα κρυφτό.
Δυο σ' αγαπώ, δυο ζευγάρια χέρια σφιχτά δεμένα, δυο αντίο.
Πως να του κρυφτείς; Όταν τα μάτια του προλαβαίνουν αυτά που δεν τόλμησες να σκεφτείς;
Δεν ξανάδα το βλέμμα του τόσο διάφανο και τόσο κρυστάλλινο. Ίσως πάλι να 'ταν εντύπωση μιας έντονης στιγμής...
Μόνοι και μαζί. Γενναίοι κι ευάλωτοι. Ταυτόχρονα. Απ' τις φορές που νιώθεις ερημιά και συντροφικότητα μαζί. Μοιραζόμασταν διαφορετικά ότι εκείνος κουβαλούσε.
Ήταν πια θέμα ημερών και το ξέραμε. Έχουν πάψει όλα τα άλλα στάδια. Σου 'χει μόνο η παραδοχή. Δεν ξέρω τι είναι. Γνώση συμβιβασμού, γνώση παραίτησης ή γνώση θάρρους; Ξέρω πως η παραδοχή είναι λυτρωτική με την συμφιλίωση της.
Θέλει γερά κότσια να ξέρεις πως ο θάνατος σε παραμονεύει. Ιδίως όταν πια δε μπορείς να τον αποτρέψεις. Βαρύ φορτίο κουβαλούσε για να τον κατανοήσεις. Μάλλον ήταν δυσκολότερο απ' το να τον βλέπεις να χάνεται μέρα με τη μέρα. Ήξερε πολύ καλά τι έκανε η αρρώστια μέσα στο κορμί του. Στήριγμα χρειαζόταν κι ήμουν πλάι του. Απ' την αρχή ως το τέλος. Σα να ήμασταν μια γροθιά. Πάλεψε, συμφιλιώθηκε, ηττήθηκε. Παλέψαμε, συμφιλιωθήκαμε, ηττηθήκαμε. Μ' όλα όσα μας περικύκλωναν.
Χωρέσαμε όσα δεν θα προλαβαίναμε. Λιγοστός ο χρόνος. Πικρό το περιθώριο του. Μου είπε να μην λυγίσω, μα εγώ λύγισα. Μου είπε να μην κλάψω, μα εγώ έκλαψα. Μου είπε να μην θρηνήσω, μα εγώ θρήνησα. Είναι αμείλικτα αυτά.
Η απώλεια σ' αλλάζει. Δεν το επιδιώκεις, γίνεται από μόνο του. Μετράς αλλιώς ότι αξίζει. Σκληραίνεις και μαλακώνεις. Ταυτόχρονα.
Μου είπε να μην σταματήσω να ζω κι εγώ τον άκουσα.
Σου λείπει αλλά δεν τον ξεχνάς. Τον αναζητάς κι αν κάπου κάπου τον νιώσεις, χαίρεσαι κι ας το επινόησες.
Πάντα μου λείπεις. Πάντα σ' αγαπώ. Πάντα σ' αναζητώ μα ξέρω γύρω μου κάπου θα σε βρω.

Wednesday, May 4, 2011

″Έπρεπε να γεράσω, αγόρι μου, για να μάθω τι είναι ευτυχία. Τελικά ευτυχία είναι ένα ζευγάρι χέρια, δυο χέρια... Αυτά που θα σ' αγκαλιάσουν, θα σε κρατήσουν, θα σε κοιμήσουν, θα σε περιποιηθούν, θα σου μαγειρέψουν, θα σε χαϊδέψουν και στο τέλος θα σου κλείσουν τα μάτια. Τα πολλά χέρια απλά σε κατσιάζουν. Χάσιμο χρόνου. Θα το δεις κι εσύ όσο μεγαλώνεις…″ Θανάσης Βέγγος - Ένας ωραίος άνθρωπος!

Monday, April 18, 2011

Κρύο μες την άνοιξη

Έβγαλε κρύο απόψε η άνοιξη. Έκλεισε τα πατζούρια χαμογελώντας στην θέα της λίμνης που έκρυβε λίγο - λίγο. Έσβησε τα φώτα κι άφησε αναμμένο το πορτατίφ για χάρη της. Πήγε κοντά της, την σκέπασε και της χάιδεψε απαλά τα μαλλιά της. Πήγε στο υπνοδωμάτιο της. Αυτό που κάποτε ήταν το δικό της παιδικό δωμάτιο. Οι νυχτερινές ώρες ήταν ανέκαθεν οι προσωπικές της. Σήμερα δεν είχε το κουράγιο να κάνει ότι συνήθιζε. Ήταν αρκετά αδύναμη. Ξάπλωσε κι άνοιξε το βιβλίο εκεί που ήταν αφημένος ο σελιδοδείκτης. Δεν πρόλαβε να διαβάσει την δεύτερη σελίδα όταν επανεμφανίστηκε δριμύτερος. Άρχισε πάλι να βήχει. Σηκώθηκε και πήρε κι άλλο φάρμακο. Έριξε ένα πλεκτό σάλι στους ώμους της και κάθησε στην κουνιστή πολυθρόνα. Ήταν ξύλινη και σκαλιστή και μετρούσε χρόνια απ' την προγιαγιά της. Άνοιξε την τηλεόραση και το άφησε σε μια ασπρόμαυρη ταινία. Από παιδί λάτρευε τις ασπρόμαυρες ταινίες. Όταν τέλειωσε η ταινία, ένιωσε το φάρμακο να νικά τον βήχα. Ξάπλωσε πάλι. Ήλπιζε πως απόψε θα την επισκεπτόταν ο Μορφέας. Ήλπιζε πως θα ξεπερνούσε τον βήχα, αλλά ο βήχας επέστρεψε δυνατότερος. Όλη η νύχτα κύλησε έτσι. Ήταν εξίμισι τα χαράματα όταν σηκώθηκε πάλι. Εξαντλημένη κι ιδρωμένη, σε κάθε τράνταγμα του βήχα πονούσε όλο το κορμί της και γρατζουνούσε όλο και πιο βίαια το λαιμό της και τα πνευμόνια της. Ένιωθε πως της έκλεβε τις πνοές. Πήγε με το ζόρι στο μπάνιο. Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Είδε καινούριες ρυτίδες, τους μαύρους κύκλους, τα εξασθενισμένα μάτια και χείλη. Το βλέμμα της. Έχασε την ισορροπία της αλλά ευτυχώς στηρίχθηκε στο νιπτήρα. Έριξε νερό στο πρόσωπο της και ξανακοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Οι στάλες κυλούσαν στο πρόσωπο της και μερικές δρόσιζαν το στήθος της. Το βλέμμα της ήταν το ίδιο. Προχώρησε στον διάδρομο και την κοίταξε. Μετά γύρισε γρήγορα στο δωμάτιο της για να μην ξυπνήσει. Έκλεισε την πόρτα κι άνοιξε τα πατζούρια με πείσμα. Γύρισε την κουνιστή πολυθρόνα προς τη λίμνη, έβαλε το σάλι στους ώμους της και κάθησε. Άκουγε τους τριγμούς που προκαλούσε η κούνια στο ξύλινο πάτωμα. Κοιτούσε τη λίμνη και περίμενε βήχοντας.  Ο βήχας την αποδυνάμωσε πια. Ο κρύος αέρας ήταν παρηγοριά στο κορμί της. Ένιωθα τα μάτια της να υγραίνονται. Πήρε ένα μολύβι κι ένα χαρτί απ' το κομοδίνο. Άρχισε να γράφει. Τα χέρια της έτρεμαν. ″Συγνώμη που δεν πρόλαβα. Ήθελα να σε ζήσω κι άλλο. Σ' αγαπώ τόσο..." Δεν πρόλαβε να τελειώσει την τελευταία πρόταση. Δεν πρόλαβε να βάλει την τελευταία τελεία της. Το χέρι της σταμάτησε κι έπεσε στο πλάι και το μολύβι στο πάτωμα.

Monday, January 3, 2011

Beautiful rainy day

Πριν λίγο έκλεισα τα παντζούρια. Χάζεψα. Όλα υγρά, όλα ήσυχα, όλα θολά. Όλο τόσο νουάρ... Χαμογελούσα μόνη. Η δεύτερη μέρα του έτους μας ξημέρωσε βροχερή. Ένα τραγούδι μου ήρθε. "Catch a falling star and put it in your pocket, never let it fade away, save it for a rainy day". Ωραία περάσαμε. Δεν αλλάζω με τίποτα τα βλέμματα, τα φιλιά και τις αγκαλιές που μοιραζόμαστε κάθε χρόνο, στον ίδιο χώρο με τους ίδιους σχεδόν ανθρώπους - κι αυτοί που λείπουν, δε λείπουν μέσα μας, τις ευχές που ανταλλάσουμε με αγάπη. Αυτό είναι δώρο και τύχη. Να πηγάζει από μέσα σου το χαμόγελο κι όχι να το φοράς. Καλή μας χρονιά!